Οι εργασίες για την ανέγερση του Αρχαιολογικού Μουσείου Ιωαννίνων άρχισαν το 1963 υπό την επίβλεψη του επιφανούς έλληνα αρχιτέκτονα Άρη Κωνσταντινίδη. Το οικοδόμημα ήταν έτοιμο μέσα σε τρία χρόνια όμως ο μουσειακός χώρος άνοιξε τις πύλες του στο κοινό το 1970. Για αρκετά χρόνια υπήρξε έδρα της εφορίας κλασσικών και βυζαντινών αρχαιοτήτων και κατά καιρούς η μόνιμη έκθεση που φιλοξενούσε έχει δεχθεί τροποποιήσεις αλλά και ένα σημαντικό αριθμό επιπλέον εκθεμάτων.
Μία πραγματικά ενδιαφέρουσα επιλογή που θα σας προτείναμε ανεπιφύλακτα στην περίπτωση που επισκεφτείτε την πόλη των Ιωαννίνων είναι η επίσκεψη στο μουσείο κέρινων ομοιωμάτων του Παύλου Βρέλλη. Πρόκειται για ένα μουσειακό χώρο που υπήρξε έργο ζωής για τον αξιόλογο Έλληνα καλλιτέχνη. Θα το βρείτε σε μία έκταση 17 στρεμμάτων όπου από το 1983 ο δημιουργός του φιλοτέχνησε περισσότερες από 150 μορφές Ελλήνων αγωνιστών, άλλων ηρώων και πολιτικών που άφησαν το στίγμα τους στην εξέλιξη και την πορεία του έθνους.
Στο κέντρο της πόλης των Ιωαννίνων στη συμβολή των οδών Μάρκου Μπότσαρη και Ελευθερίου Βενιζέλου θα συναντήσετε ένα πραγματικό στολίδι, τη Ζωσιμαία βιβλιοθήκη. Πρόκειται για τη δημόσια κεντρική βιβλιοθήκη που τις τελευταίες δεκαετίες η συμβολή της στα πνευματικά δρώμενα της πόλης κρίνεται ανεκτίμητη. Φιλοξενεί περισσότερα από 100.000 βιβλία, περίπου 350 τίτλους περιοδικών και διασώζει αρχειακό υλικό που αποτελείται από δίσκους βινυλίου, βιντεοκασέτες και cd-rom.
Τα τελευταία είκοσι χρόνια οι συγκεκριμένες εκδηλώσεις έχουν γίνει θεσμός για την πόλη της Ξάνθης. Καλύπτουν όλο το φάσμα των γραμμάτων, των τεχνών και της διασκέδασης προσφέροντας σε ντόπιους και επισκέπτες ένα μοναδικό πακέτο επιλογών ανάλογα πάντα με τα ενδιαφέροντά τους. Συναυλίες, θεατρικά και εικαστικά δρώμενα, λαογραφικοί χοροί και παραδοσιακά συγκροτήματα σας ταξιδεύουν και με έναν αυθεντικό τρόπο και σας μεταδίδουν την πραγματική φυσιογνωμία της πόλης.
Τις τελευταίες δεκαετίες το Ξανθιώτικο καρναβάλι έχει εξελιχθεί σε μία από τις κυριότερες αποκριάτικες εκδηλώσεις της βόρειας Ελλάδας. Αξίζει να σημειωθεί ότι από πολύ παλιά μέχρι την δεκαετία του 1950 οι γιορτές της αποκριάς είχαν κυρίως λαογραφικό χαρακτήρα με έντονη παρουσία των παραδοσιακών θρακιώτικων στοιχείων. Με το πέρασμα των ετών, καινούρια χαρακτηριστικά έχουν ενσωματωθεί στις εκδηλώσεις και σε συνδυασμό με την δημιουργική διάθεση των χιλιάδων καρναβαλιστών που καταφθάνουν στην πόλη από πολλά μέρη της Ελλάδας, το αποτέλεσμα είναι ιδανικό και ταυτόχρονα ξεχωριστό.
Το 1572 ο μεγάλος Μάγιστρος του τάγματος των ιπποτών Jean de la Cassière ανέθεσε στον διακεκριμένο μαλτέζο αρχιτέκτονα Glormu Cassar τον σχεδιασμό και την ανέγερση του καθεδρικού ναού της Βαλέτας που αργότερα θα αφιερώνονταν στον Άγιο Γεώργιο. Οι εργασίες ανέγερσης ξεκίνησαν το 1573 και ολοκληρώθηκαν το 1578 με το τελικό αποτέλεσμα να είναι εντυπωσιακό καθώς κατά γενική ομολογία ο ναός ξεχωρίζει για την μεγαλοπρέπεια του. Εξωτερικά θα έλεγε κανείς ότι μοιάζει με φρούριο ενώ το εσωτερικό του είναι εξαιρετικά εικονογραφημένο και διακοσμημένο στη γραμμή του μπαρόκ.
Πρόκειται για ένα επιβλητικό ανάκτορο που χαρακτηρίζεται από πολλούς σαν ένα από τα πλέον αντιπροσωπευτικά δείγματα αρχιτεκτονικής που χαρακτηρίζουν την πόλη. Ιδρύθηκε από τον μεγάλο μάγιστρο Grandmaster Jean Parisot de la Valette το 1566 και συμβόλιζε την θριαμβική έκβαση της μεγάλης πολιορκίας της Μάλτας που συντελέστηκε το 1565. Με το πέρασμα των αιώνων δέχτηκε αρκετές τροποποιήσεις και βελτιωτικές παρεμβάσεις ενώ ταυτόχρονα αποτελούσε οικία του εκάστοτε κυβερνήτη. Το παλάτι είναι χτισμένο γύρω από δύο αυλές η μία εκ των οποίων φιλοξενεί ένα μεγάλο άγαλμα του Ποσειδώνα.
Το συγκεκριμένο οικοδόμημα καταλαμβάνει δεσπόζουσα θέση ανάμεσα στα γνωστότερα αξιοθέατα της Βαλέτα και καθημερινά δέχεται εκατοντάδες τουρίστες που ανεξάρτητα με τον χρόνο παραμονής τους στο νησί, δεν παραλείπουν να το συμπεριλάβουν στα επισκεπτέα μέρη ως προτεραιότητα. Σήμερα αποτελεί ιδιοκτησία της πασίγνωστης οικογένειας ευγενών de Piros μέσα στους αιώνες όμως έχει αλλάξει αρκετές φορές χέρια.
Το κτίριο που στεγάζει το μουσείο καλών τεχνών της Μάλτας είναι ένα από τα πρώτα κτίρια της πόλης το οποίο ιδρύθηκε το 1760 με τη χρηματοδότηση του Ιωαννίτη ιππότη του τάγματος Ramon de Souza y Silva. Αρχικά χρησιμοποιήθηκε ως ιδιωτική οικία, ενώ στη συνέχεια υπήρξε τόπος συνεδριάσεων, και διοικητήριο του βρετανικού στόλου. Η μετατροπή του παλατιού σε μουσείο έγινε το 1974 και από τότε σε αυτό φιλοξενείται το μεγαλύτερο μέρος της εθνικής καλλιτεχνικής κληρονομιάς της χώρας.
Κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους της ιστορίας της Βαλέτας, το λιμάνι της πόλης κατείχε το ρόλο του σημαντικότερου εμπορικού και οικονομικού κέντρου της πόλης. Η μπαρόκ σχεδιασμού προβλήτα είναι έργο του 18ου αιώνα το οποίο κατασκευάστηκε την περίοδο του μεγάλου μάγιστρου Pinto. Σήμερα ένα μέρος της έχει ανακαινιστεί πλήρως με τη χρηματοδότηση ενός ιδιωτικού ομίλου επιχειρήσεων που τον εκμεταλλεύεται για την προσέγγιση μεγάλων κρουαζιερόπλοιων.