Διανύοντας μία απόσταση όχι μεγαλύτερη από 12 χιλιόμετρα μακρυά από το κέντρο της πόλης, ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να απολαύσει το επιβλητικής ομορφιάς φυσικό περιβάλλον του ποταμού Νέστου. Οι κατάφυτες όχθες του ποταμού και οι απόκρημνοι βράχοι που βυθίζονται απότομα μέσα στα νερά του δομούν ένα μοναδικό σκηνικό, που σε συνδυασμό με την απουσία θορύβων ανθρώπινης δραστηριότητας μετατρέπουν τον τόπο σε ιδανικό προορισμό ξεκούρασης και ηρεμίας. Στην ευρύτερη περιοχή των τεμπών του ποταμού υπάρχουν γραφικά χωριά αλλά και διαδρομές ή τοποθεσίες που σίγουρα θα πρέπει να εξερευνήσετε.

Η Δημοτική Πινακοθήκη της Ξάνθης στεγάζεται σε ένα αρχοντικό η οικοδόμηση του οποίου τοποθετείται στα μέσα του περασμένου αιώνα. Αποτελεί ένα από τα εξαιρετικότερα δείγματα Δυτικομακεδονικής - Ηπειρωτικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής με κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα τα ξυλόγλυπτα ταβάνια, που είναι μοναδικά στην περιοχή. Βρίσκεται σε ένα από τα κεντρικότερα σημεία της παλιάς πόλης και από το 1993 είναι ιδιοκτησία του Δήμου Ξάνθης. Οι δύο όροφοι του συμπεριλαμβανομένου και ενός ημιυπόγειου χώρου καλύπτουν επιφάνεια 675 τ.μ. και στη μόνιμη έκθεσή τους φιλοξενούν έργα ζωγράφων της πόλης.

Πρόκειται για έναν ιδιαίτερα μεγαλοπρεπή Ευαγγελικό Λουθηρανικό ναό που βρίσκεται σε ένα από τα κεντρικότερα σημεία του Ελσίνκι. Χτίστηκε ακριβώς στο σημείο που παλαιότερα βρισκόταν ο ναός της Ελεονώρας Ούρλικα, βασίλισσα της Σουηδίας.

Το φρούριο Suomenlinna. Viapori (φινλανδικά), ή Sveaborg (σουηδικά) είναι ένα επιβλητικό αμυντικό κάστρο που εκτείνεται σε έξι νησιά του Ελσίνκι και αποτελούσε κομμάτι της οχυρωματικής γραμμής της πόλης του Ελσίνκι και κατ' επέκταση ολόκληρης της Φινλανδίας απέναντι στην ρωσική επεκτατική πολιτική. Εμπνευστής και χρηματοδότης του έργου ήταν η σουηδική βασιλική οικογένεια ενώ οι εργασίες ανέγερσης ξεκίνησαν το 1748 υπό τις οδηγίες του αρχιτέκτονα Augustin Ehrensvärd.

Η πλατεία της Γερουσίας οφείλει την μορφή της στην αρχιτεκτονική αντίληψη και το ύφος του μεγάλου αρχιτέκτονα και σχεδιαστή Carl Ludvig Engel. Σε μία μοναδική σύνθεση περιγράφονται οι πολιτικές, εμπορικές, θρησκευτικές και επιστημονικές δραστηριότητες που συναντώνται στο κέντρο της πόλης του Ελσίνκι. Στην ανατολική πλευρά της πλατείας δεσπόζει το παλάτι που ολοκληρώθηκε το 1822 και χρησίμευε ως έδρα του Συμβουλίου της Γερουσίας. Το 1918 αντικαταστάθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας και σήμερα αποτελεί την έδρα των γραφείων του πρωθυπουργού της Φινλανδίας και του υπουργικού συμβουλίου.

Το συγκεκριμένο κτιριακό συγκρότημα βρίσκεται στο ιστορικό κέντρο του Ελσίνκι στην περιοχή Κάμπι και αναμφισβήτητα αποκαλύπτει με τον καλύτερο τρόπο την άριστη σχέση που ανέκαθεν διατηρεί η πόλη με την αρχιτεκτονική. Κύριος σχεδιαστής του έργου είναι ο διεθνούς φήμης αρχιτέκτονας Juhani Pallasmaa και μέσα από ένα τετραετές πρόγραμμα κατασκευής κατάφερε να ολοκληρώσει ένα έργο που χαρακτηρίστηκε ως η πλέον εκτεταμένη οικοδομική κατασκευή στην ιστορία της Φινλανδίας.

Ο κεντρικός σιδηροδρομικός σταθμός αποτελεί σήμα κατατεθέν της πόλης και κατ' επέκταση ολόκληρης της Φινλανδίας. Είναι ένας τεράστιος κόμβος που συνδέει τον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο, με τα υπεραστικά τρένα και το μετρό της πόλης. Καθημερινά ο σταθμός εξυπηρετεί περισσότερους από 200.000 επιβάτες και τα τελευταία χρόνια οι τάσεις εμφανίζονται ως αυξητικές. Η πρώτη ανέγερση ταυτίζεται χρονικά με τη δημιουργία της πρώτης σιδηροδρομικής γραμμής που έγινε το 1860. Η αύξηση των συγκοινωνιών οδήγησε στην ανάγκη κατασκευής ενός μεγαλύτερου και περισσότερο λειτουργικού σταθμού.

Το Εθνικό μουσείο της χώρας εδρεύει στη πόλη του Ελσίνκι και φιλοξενεί μια σειρά από ευρήματα ανεκτίμητης αξίας που περιγράφουν την ιστορία του τόπου από την λίθινη εποχή έως τη σύγχρονη περίοδο. Η μόνιμη έκθεση χωρίζεται σε έξι τμήματα με αυτά του μεσαίωνα και του Φινλανδικού πολέμου να συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Πρόσφατα ένα νέο "διαδραστικό" τμήμα του μουσείου άνοιξε τις πύλες του δίνοντας την ευκαιρία στο κοινό να κατανοήσει με ευχάριστο τρόπο ορισμένες πτυχές της ιστορίας. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η εξωτερική αρχιτεκτονική του κτιρίου στο οποίο στεγάζεται το μουσείο.

Ο ναός του Δία ή Καπιτώλιο είναι ένας ρωμαϊκός ναός που βρίσκεται στο βόρειο άκρο της αρχαίας πόλης. Ιδρύθηκε τον 2ο αιώνα π.Χ και ταυτίστηκε με την αυξανόμενη ρωμαϊκή επιρροή η οποία περιόρισε την λατρεία του Απόλλωνα υπέρ αυτής του Δία που θεωρούνταν ο προστάτης της Ρώμης. Η κατάκτηση της Πομπηίας από τους Ρωμαίους το 310π.Χ επιτάχυνε τις αλλαγές στην αρχιτεκτονική, την πολιτική αλλά και την θρησκευτική προσέγγιση κάτι που εκτόξευσε τη Λατρεία του Δία και προ-οικονομούσε την ανάδειξη ενός ναού του σε κύριο θρησκευτικό κέντρο της περιοχής.

Πρόκειται για ένα σχετικά πολύ καλά διατηρημένο ερείπιο μιας ρωμαϊκής ιδιωτικής κατοικίας που βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα των προαστίων που περιβάλουν την Πομπηία. Παρότι για αρκετούς αιώνες έμεινε θαμμένη κάτω από πολλά μέτρα στάχτης η υλικές ζημιές που υπέστη ήταν μικρές και το μεγαλύτερο μέρος των τοιχογραφιών και της εσωτερικής διακόσμησης έχουν διατηρηθεί άθικτα. Το όνομά της προκύπτει από τις ιδιαίτερες τοιχογραφίες που κοσμούν ένα δωμάτιο της οικίας και απεικονίζουν ένα θρησκευτικό τελετουργικό.