Αναμφισβήτητα, ανάμεσα στις παραδόσεις που διατηρούνται στο νησί, ξεχωριστή θέση κατέχει η Γιορτή του Παστελιού. Πρόκειται για ένα μίνι φεστιβάλ αφιερωμένο στο αγαπημένο γλύκισμα της Αμοργού, όπου το κοινό έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει τη διαδικασία παρασκευής του, από παραδοσιακούς “μάστορες” και τους βοηθούς τους, οι οποίοι στη συνέχεια το διανέμουν στους παρευρισκόμενους. Η διαδικασία συνοδεύεται από συναυλία με τοπική μουσική, για να ακολουθήσει λαϊκό γλέντι με ρακή και χορούς, μέχρι το πρωί.

Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Αμοργού βρίσκεται στη Χώρα και στεγάζεται στον Πύργο του Γαβρά, ένα κτίσμα βενετσιάνικης αρχικτεκτονικής, που ανάγεται στον 16ο αιώνα. Άνοιξε τις πύλες του στο κοινό το 1963, για να στεγάζει ευρήματα των τριών αρχαίων πόλεων της Αμοργού (Αιγιάλη, Αρκεσίνη και Μινώα), χρονολογούμενα από τα προϊστορικά χρόνια, έως και τη Ρωμαϊκή εποχή, το 2ο αιώνα μ.Χ.

Το χαρακτηριστικό των παραλιών της Αμοργού είναι τα διάφανα νερά τους και ο υπέροχος βυθός. Οι περισσότερες παραλίες βρίσκονται στο βόρειο κομμάτι του νησιού καθώς το νότιο καταλαμβάνετε από τους απότομους βράχους.

 


 

 

Μέσα σ’ ένα τοπία ανέγγιχτο από την ανθρώπινη παρέμβαση, η Κάτω Μεριά θεωρείται η πιο ειδυλλιακή τοποθεσία της Αμοργού. Βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα του νησιού και αποτελείται από τα χωριά Βρούτσι, Καλοφάνα, Καμάρι, Αρκεσίνη και το συνοικισμό Ραχούλα, όπου πλέον διαμένουν ελάχιστοι κάτοικοι.

Στο λόφο, πάνω από το λιμάνι των Καταπόλων, βρίσκονται τα ερείπια της Αρχαίας Μινώας, μία από τις τρεις αρχαίες πόλεις της Αμοργού, όπου σύμφωνα με την παράδοση, βρισκόταν το θερινό ανάκτορο του Μίνωα.

Το σήμα κατατεθέν της Αμοργού αποτελεί η Μονή της Παναγίας Χοζοβιώτισσας ή Κυνηγημένης, η οποία είναι και προστάτιδα του νησιού. Πρόκειται για ένα θαύμα αμυντικής και θρησκευτικής αρχιτεκτονικής που βρίσκεται γαντζωμένο σε έναν απότομο βράχο 300 μέτρα πάνω από την παραλία της Αγίας Άννας. Έχει ύψος 40 μέτρα και πλάτος 5 μέτρα και είναι ορατή μόνο από το πέλαγος. Χτίστηκε το 1088 στο σημείο που βρέθηκε η εικόνα της Παναγίας που προερχόταν από την περιοχή Χόζοβο της Παλαιστίνης.

 

Μία από τις γραφικότερες πρωτεύουσες των Κυκλάδων, η Χώρα της Αμοργού, είναι χτισμένη περίπου στο κέντρο του νησιού σε απόσταση 5 χιλιομέτρων από το λιμάνι των Καταπόλων, γύρω από έναν επιβλητικό βράχο όπου βρίσκεται το ενετικό κάστρο.

Το Αρχαιολογικό Μουσείο Νισύρου είναι ένα νέο σχετικά μουσείο και βρίσκεται σε κεντρικό δρόμο στην πρωτεύουσα του νησιού, το Μανδράκι. Το κτίριο στο οποίο στεγάζεται κτίστηκε με δαπάνες των αδελφών Γιαννίδη και παραχωρήθηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού το 2001. Προς το παρόν στο μουσείο δημιουργούνται εργασίες επέκτασης του υπόγειου χώρου και του ισογείου, ενώ προβλέπεται και η κατασκευή δύο στεγάστρων στον αύλειο χώρο του μουσείου για τα μαρμάρινα μέλη που εκτίθενται εκεί.

Το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Νισύρου στεγάζεται σε ένα διώροφο αρχοντικό του 18ου αιώνα που έχει αποκατασταθεί από το Δήμο, στα σκαλιά προς την Μονή της Παναγίας Σπηλιανής στο Μανδράκι. Οι χώροι του μουσείου είναι έτσι διαμορφωμένοι ώστε να περιλαμβάνουν όλα τα δωμάτια ενός παραδοσιακού Νισύριου σπιτιού, όπως την κουζίνα, τον φούρνο και την κρεβατοκάμαρα (τη λεγόμενη “μονή”).

Μία από τις τοπικές σπεσιαλιτέ του νησιού είναι οι ρεβυθοκεφτέδες. Η "μπουκουνιά" είναι ένα παραδοσιακό φαγητό του νησιού που φτιάχνεται με χοιρινό κρέας μαγειρεμένο στο λίπος του. Ο καπαμάς (κατσίκι γεμιστό) μαγειρεύεται σε κάθε γιορτή του νησιού ενώ ξεχωριστή θέση έχουν και τα τυριά του νησιού (μυζήθρα, κοπανιστή, σακουλιαστή). Κύριο μπαχαρικό σε όλα τα φαγητά και τις σαλάτες της Νισύρου είναι η κάπαρη.