Μνημεία

Ακριβώς δίπλα στην είσοδο του Κεντρικού Σιδηροδρομικού Σταθμού του Ρότερνταμ στέκει ένα ιστορικό κτίριο μεταπολεμικής αρχιτεκτονικής που σήμερα έχει εξελιχθεί σε ένα πολυλειτουργικό επιχειρηματικό συγκρότημα. Αυτή η αλλαγή έλαβε χώρα στις αρχές το 2000 όταν από κεντρική αγορά χοντρεμπορίου μετατράπηκε σε ένα μοντερνο πολυχώρο που στεγάζει γραφεία, καταστήματα, επιχειρήσεις, εστιατόρια και καφετέριες. 

 

Μια πρώην αγορά χονδρεμπορίου

Η συγκεκριμένη γέφυρα που εκτείνεται πάνω από τον ποταμο Nieuwe Maas είναι ένα “σήμα κατατεθέν” του αστικού ιστού του Ρότερνταμ και ενώνοντας το βόρειο με το νότιο τμήμα της πόλης αποτελεί ένα συγκοινωνιακό κόμβο ζωτικής σημασίας. Η Γέφυρα του Εράσμου κατασκευάστηκε μεταξύ 1986 και 1996. Και έχοντας συνολικό μήκος 802 μέτρα και έναν χαρακτηριστικό πυλώνα ύψους 139 μέτρων είναι η μεγαλύτερη και η βαρύτερη γέφυρα της Δυτικής Ευρώπης.

 

Σχεδιάζοντας ένα μοντέρνο αξιοθέατο και ένα παράδειγμα αρχιτεκτονικής 

Το κάστρο της γερμανικής λουτρόπολης του Μπάντεν-Μπάντεν δεσπόζει στο βόρειο άκρο της παλιάς πόλης. Ιστορικά υπήρξε η έδρα των ηγεμόνων της ευρύτερης περιοχής και η επίσημη κατοικία των  Μεγάλων Δουκών του Μπάντεν-Μπάντεν.

 

Μεσαιωνικό κάστρο με μακραίωνη ιστορία

Στην κορυφή του λόφου Fremersberg που φτάνει τα 524 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας δεσπόζει ο ομώνυμος πύργος. Πρόκειται για ένα πύργο τηλεπικοινωνιών και παρατήρησης ύψους 85 μέτρων που χτίστηκε το 1961. Φημίζεται για την καταπληκτική θέα προς όλα τα σημεία του ορίζοντα και απέχοντας μόλις 6 χιλιόμετρα από την πόλη του Μπάντεν-Μπάντεν αποτελεί ένα κοντινό και δημοφιλές τουριστικό αξιοθέατο. 

 

Υπέροχη πανοραμική θέα της περιοχής του Μέλανα Δρυμού

Πρόκειται για μια σύγχρονη και πολυδιάστατη γέφυρα που συνδέει τις δύο όχθες του Δούναβη. Βρίσκεται περίπου 2 χιλιόμετρα βορειοανατολικά του κέντρου της πόλης, ενώ η στιβαρή κατασκευή της και οι φουτουριστικές αρχιτεκτονικές γραμμές της την κάνουν να ξεχωρίζει στο αστικό τοπίο του Λιντς.

 

Διάδοχος μιας ιστορικής γέφυρας των αρχών του 20ού αιώνα

Ο λόφος του Ακροκορίνθου είναι ένας απότομος βράχος με ύψος 575 μέτρων και στους βόρειους πρόποδες ήταν χτισμένη η αρχαία Κόρινθος. Το πρόβλημα του Ακροκορίνθου ήταν πάντα το γεγονός ότι δεν είχε νερό, αλλά σύμφωνα με το μύθο ο βράχος απέκτησε πηγή όταν ο Σίσυφος είδε από εκεί πάνω το Δία να απαγάγει την κόρη του Ασωπού, του το είπε και αυτός ως δώρο του έδωσε νερό. Οχυρώθηκε πρώτη φορά από τον Κύψελο και μετά έγιναν επεκτάσεις και επιδιορθώσεις από τους Μακεδόνες, του Ρωμαίους, τους Βυζαντινούς, τους Φράγκους και τους Τούρκους.

Το κάστρο Πεντεσκούφι, ή αλλιώς Καστέλλι Πεντεσκούφι χτίστηκε από τους Φράγκους το 1205 ακριβώς απέναντι από τον Ακροκόρινθο. Ο τελευταίος βυζαντινός άρχοντας Λέων Σγουρός κρατούσε τον Ακροκόρινθο και οι Φράγκοι, όταν θέλησαν να τον νικήσουν έχτισαν το κάστρο Πεντεσκούφι, έτσι ώστε να πιέσουν και να ανακόψουν τον ανεφοδιασμό του Ακροκορίνθου. Αρχικά δεν πολιόρκησαν τον Ακροκόρινθο με πολύ πίεση και ο ανεφοδιασμός συνεχιζόταν, κάνοντας την αντίσταση του Λέοντα Σγουρού αποτελεσματική, αλλά το 1208 η σκληρή πολιορκία των Φράγκων οδήγησε το Σγουρό σε απόγνωση και τελικά σε αυτοκτονία.

Η Αρχαία Κόρινθος έχει υπάρξει μία από τις σημαντικότερες πόλεις της αρχαίας Ελλάδας. Ήταν πόλη που κατοικήθηκε από τη νεολιθική εποχή και πολλοί Φοίνικες έμειναν στην πόλη, γεγονός που φαίνεται από τη λατρεία στο Μελίκαρτο, εξελληνισμένο όνομα του φοινικικού Μελκάρθ. Κατά τους περσικούς πολέμους ήταν μία από τις μεγαλύτερες ελληνικές δυνάμεις, με το μεγαλύτερο στόλο μετά τον αθηναϊκό. Ο πελοποννησιακός πόλεμος ξεκίνησε με αφορμή την κόντρα των Κορινθίων με τους Αθηναίους για εμπορικούς λόγους.

Το αρχαίο θέατρο της Ερέτριας είναι ίσως το σημαντικότερο αξιοθέατο της πόλης. Βρίσκεται στα δυτικά της πόλης και σύμφωνα με τα ευρήματα η ημερομηνία κατασκευής του τοποθετείται στις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα, μετά την περσική εισβολή και άκμασε τον 4ο π.Χ. αιώνα. Για το κοίλο του θεάτρου δε χρησιμοποιήθηκε η φυσική πλαγιά αλλά κατασκευάστηκε τεχνητός λόφος με επιχωμάτωση. Όταν πρωτοχτίστηκε, η σκηνή έμοιαζε με ανάκτορο, ενώ κατά την περίοδο της ακμής του, τον 4ο αιώνα π.Χ. επεκτάθηκε και πήρε τη σημερινή του μορφή.