Ως το μεγαλύτερο νησί του κόσμου και λόγω των τροπικών και παγωμένων ρευμάτων ωκεανών που την περιβάλλουν, η Αυστραλία διαθέτει μία τεράστια ποικιλομορφία υδρόβιας ζωής που αναδεικνύεται στο Ενυδρείο του Σίδνεϊ. Άνοιξε το 1988, κατά τη διάρκεια των εορτασμών των 200 χρόνων της πόλης και είναι ένα από τα μεγαλύτερα ενυδρεία του κόσμου με χιλιάδες είδη από τους κοραλλιογενείς υφάλους, πολύχρωμα αγκαθωτά ψάρια, κροκόδειλοι, κ.ά.
Άνοιξε επίσημα το 1916 και καλύπτει μία έκταση 52 στρεμμάτων, μόλις 12 λεπτά από την πόλη με πλοίο. Το όνομά του είναι αβοριγινό και σημαίνει "θέα στη θάλασσα" εξ’ αιτίας της θέσης του, στην πλαγιά ενός λόφου που κατεβαίνει ως τη θάλασσα, σε ένα εντελώς φυσικό περιβάλλον για τα ζώα που φιλοξενεί. Αποτελεί ένα must-see της πόλης, καθώς καλύπτει ένα ευρύ φάσμα της ασυνήθιστης πανίδας της χώρας αλλά και από άλλες ηπείρους.
Προορισμένο από την αρχή να αποτελέσει το σημαντικότερο εμπορικό κέντρο της πόλης, χτίστηκε το 1898 στην καρδιά του Σίδνεϊ και πιο συγκεκριμένα στην οδό George street. Το κτίριο σχεδιάστηκε από τον George McRae σε ρυθμό νεο-ρομανικό, με χαρακτηριστικό τον γυάλινο θόλο στο κέντρο του και τα βιτρώ παράθυρα. Στην είσοδό του είναι τοποθετημένο το άγαλμα της βασίλισσας Βικτώριας το οποίο μεταφέρθηκε από το Δουβλίνο το 1947. Το εσωτερικό του εντυπωσιάζει τους επισκέπτες με τα δύο ρολόγια του.
Από τα πρώτα χρόνια της αποίκισης της χώρας, δεν έλειψε και το ελληνικό στοιχείο. Σήμερα στο Σίδνεϊ βρίσκεται η δεύτερη μεγαλύτερη ελληνική κοινότητα και ταυτόχρονα μία από τις πιο σημαντικές των Ελλήνων της διασποράς. Μία από τις δράσεις της Κοινότητας αποτελεί και το Ελληνικό Φεστιβάλ του Σίδνεϊ. Μετρώντας 30 χρόνια ύπαρξης, το φεστιβάλ είναι ένα από τα πιο σημαντικά πολιτιστικά γεγονότα της πόλης. Ιδρύθηκε το 1980 από το Κοινοτικό Συμβούλιο και έχει ως ως πρωταρχικό στόχο την προώθηση του ελληνικού πολιτισμού, όχι μόνο στα μέλη της Κοινότητας αλλά και στην ευρύτερη αυστραλιανή κοινωνία.
Η περιοχή Hillbrow θεωρείται μία από τις ιστορικότερες συνοικίες του Γιοχάνεσμπουργκ. Βρίσκεται σε ένα από τα κεντρικότερα σημεία στην πόλης και ανήκει στο γεωγραφικό διαμέρισμα του Gauteng. Κατά τη διάρκεια του καθεστώτος του Άπαρτχάιντ και πιο συγκεκριμένα εντός της δεκαετίας του 1970, ήταν μια αμιγώς "λευκή περιοχή" καθώς είχα απαγορευτεί πλήρως η διαμονή και η κυκλοφορία οποιουδήποτε γηγενούς Αφρικανού.
Το Μουσείο του Άπαρτχαιντ είναι ένα από σημαντικότερα "μνημεία" του Γιοχάνεσμπουργκ καθώς καθώς είναι αφιερωμένο στην τραγικότερη εμπειρία που ως πολιτική και κοινωνική υπόσταση το κράτος της Νοτίου Αφρικής και σημάδεψε την ιστορική περίοδο του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα. Το μουσείο τελεί υπό την ιδιοκτησία της Gold Reef η οποία είναι εταιρία καζίνο. Εκ των πραγμάτων λοιπόν η ιστορία της ίδρυσής του θα μπορούσε να θεωρηθεί κάπως περίπλοκη.
Το πάρκο των λιονταριών ιδρύθηκε το 1966 από τη διάσημη εταιρία παραγωγό θεαμάτων τσίρκου Chipperfields. Το πάρκο καταλαμβάνει μια έκταση 500 στρεμμάτων και βρίσκεται κοντά στην περιοχή του αεροδρομίου Lanseria (Fourways) όχι πολύ μακριά από την πόλη του Γιοχάνεσμπουργκ. Φιλοξενεί ένα μεγάλο αριθμό ζώων της αφρικανικής ηπείρου και σύμφωνα με απόψεις πολλών ειδικών συμβάλει στη προστασία πολλών ειδών που απειλούνται με εξαφάνιση. Μάλιστα το πάρκο είναι χωρισμένο σε δύο ξεχωριστούς τομείς όπου ο πρώτος συγκεντρώνει τα σαρκοφάγα ζώα ενώ ο δεύτερος συγκεντρώνει τα φυτοφάγα.
Ένα επιπλέον αξιοθέατο που επιλέγει η μεγάλη πλειοψηφία των επισκεπτών του Γιοχάνεσμπουργκ και σίγουρα περιλαμβάνεται στις περισσότερες ξεναγήσεις είναι το Εθνικό Πολεμικό Μουσείο. Τα επίσημα εγκαίνια των κτιριακών του εγκαταστάσεων πραγματοποιήθηκαν από τον πρωθυπουργό Jan Smuts στις 29 Αυγούστου 1947. Από την πρώτη στιγμή της λειτουργίας του είχε σκοπό την διατήρηση της μνήμης για τη συμμετοχή της Νοτίου Αφρικής στον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο και την παράλληλη έκθεση πολεμικών εργαλείων, όπλων και άλλων αντικειμένων που χρησιμοποιήθηκαν εκείνη την εποχή.
Το σήμα κατατεθέν της πόλης είναι ένα από τα πιο διάσημα και χαρακτηριστικά κτίρια του του 20ού αιώνα. Αν και η ιστορία του σχεδιασμού της είναι αμφιλεγόμενη, τελικά αποδόθηκε στο Δανό αρχιτέκτονα Jørn Utzon, στον οποίο ανήκαν τα αρχικά σχέδια. Η όπερα του Σίδνεϊ είναι ένα εξπρεσιονιστικό αριστούργημα, με μία σειρά προκατασκευασμένων “κοχυλιών”, που διαμορφώνουν τις στέγες της δομής. Καλύπτει 4,5 στρέμματα, ενώ υποστηρίζεται σε 580 αποβάθρες που βυθίζονται μέχρι 25 μέτρα κάτω από τη στάθμη της θάλασσας.
Έμβλημα-ορόσημο της πόλης, για πολλά χρόνια συμβόλιζε τη νέα ζωή για χιλιάδες μετανάστες που κατέφθαναν με πλοίο, αφού ήταν το πρώτο πράγμα που έβλεπαν κατά την άφιξή τους στην πόλη. Κατασκευάστηκε το 1932 για να συνδέσει τη βόρεια με τη νότια πλευρά του λιμανιού. Είναι κατασκευασμένη από ατσάλι και έχει μήκος περίπου 1150 μέτρα, ενώ η επιφάνειά της καλύπτει το ίδιο εμβαδόν με 60 γήπεδα (!). Διαθέτει 8 λωρίδες αυτοκινητοδρόμου, 2 σιδηροδρομικές γραμμές, ποδηλατόδρομο και πεζόδρομο κάνοντας έτσι την πρόσβαση εκεί εύκολη με πολλούς και διάφορους τρόπους.